Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

Συναρπαστική τεχνική ανατομία της ήττας των Αρμενίων, ένα μάθημα για τις ένοπλες δυνάμεις μας

O ρόλος των drones, τα ρωσικά όπλα, τo ένστικτο του Ερντογάν. Τακτικές και οπλικά συστήματα






Ο αστροφυσικός Δημήτρης Λένης θα κάνει μία μοναδική τεχνική ανάλυση της ήττας των Αρμενίων στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ με επίκεντρο τις τακτικές πολέμου και την σημασία των οπλικών συστημάτων.

Η κατάσταση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ μετά τη ρωσική κατευναστική παρέμβαση φαίνεται να βαίνει σε κάποια ηρεμία, αν και, από δω και πέρα, στην ίδια την Αρμενία δεν αποκλείονται γρήγορες εξελίξεις, όπως γενικά συμβαίνει μετά από γεγονότα τα οποία εκλαμβάνονται ως τέτοιου μεγέθους εθνικές καταστροφές.

Γράφει ο Δημήτρης Λένης*

Στην πραγματικότητα όμως αυτό που τελικά συνέβη δεν είναι και τόσο μεγάλη καταστροφή. Πράγματι, μετά τον πόλεμο του 1992, οι Αρμένιοι, εκτός από την ορεινή περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, είχαν καταλάβει και μια σειρά από καθαρά αζέρικες επαρχίες, ως επί το πλείστον πεδινές, τις οποίες και εκκαθάρισαν συστηματικά από τον πληθυσμό τους, αλλά ουδέποτε εποίκισαν. Προφανώς, ο σκοπός τους ήταν αυτές οι περιοχές να χρησιμοποιηθούν ως διαπραγματευτικό χαρτί την “επόμενη μέρα”.

Οι Αζέροι, έχοντας άφθονη τεχνική συνδρομή από την Τουρκία, Σύρους αναλώσιμους μισθοφόρους και διαρκείς εισαγωγές οπλισμού από το Ισραήλ, κατάφεραν να ξαναπάρουν το σύνολο αυτών (των αμιγώς αζέρικων) περιοχών, χωρίς να υπάρξει κάποια διαπραγμάτευση, όπως ίσως έλπιζαν οι Αρμένιοι, αλλά “απλώς” με την απώλεια μερικών χιλιάδων ανθρώπινων ζωών (και πάρα πολλών Σύρων μαχητών, αλλά αυτούς οι μεν τους θεωρούν εργαλεία πολέμου, οι δε ισλαμιστές τρομοκράτες).


...

Σε αυτό το σημείωμα όμως δεν θα ασχοληθούμε με την μεγάλη εικόνα, αλλά θα προσπαθήσουμε να εξάγουμε βιαστικά τα πρώτα, κάπως τεχνικά συμπεράσματα που εξηγούν την γρήγορη και καθαρή ήττα των αρμενικών δυνάμεων.

Και το πρώτο από αυτά έχει να κάνει με τα λάθη τους. Ήδη από τις 5 Νοεμβρίου, σε συνέντευξή του στο Национальная Служба Новостей (Εθνικό Πρακτορείο Ειδήσεων) με τίτλο “Πέρα από το κατώφλι της ήττας”, ο πρώην υπουργός ‘Αμυνας της αυτοανακυρηγμένης “Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ”, Ιγκόρ Στρελκόφ, είχε προβλέψει την κατάληξη των πολεμικών επιχειρήσεων. Οι αρμενικές δυνάμεις, σύμφωνα με τον Στρελκόφ, είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στην ανωτερότητά τους (ίσως λόγω της εύκολης νίκης που είχαν καταγάγει στον πρώτο πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ).

Μετά, είχαν διατάξει τα στρατεύματά τους σε οχυρές θέσεις κατά μήκος των εκτεταμένων συνόρων, χωρίς πρόβλεψη για την περίπτωση εχθρικής διάσπασης των γραμμών τους. Με άλλα λόγια ήταν προετοιμασμένοι για στατικό πόλεμο προστασίας συνόρων και όχι για άρνηση πρόσβασης σε περιοχή (Area Denial, A2/AD).

Όταν το μέτωπο διασπάστηκε σε ένα σημείο του ποταμού Αράξη, αυτό σήμανε την κατάρρευσή του, αφού η πρώτη γραμμή άμυνας ήταν και η τελευταία. Δεν υπήρχε πρόβλεψη για κόμβους αντίστασης και καθυστέρησης της επέλασης του εχθρού μέχρι οι σε οπισθοχώρηση δυνάμεις να ανασυγκροτηθούν σε προκαθορισμένες οχυρές θέσεις.

Οι αζέρικες δυνάμεις δεν είχαν πρόβλημα να επιτίθενται από όλες τις πλευρές στους υποχωρούντες Αρμένιους και μάλιστα σε εύκολο, πεδινό έδαφος (ή, όπως με την βαρύγδουπη ορολογία τους το λένε οι στρατιωτικοί, αναπεπταμένο πεδίο).

Και αυτό ήταν το δεύτερο λάθος των Αρμενίων, ότι επιχείρησαν βιαστικά αντεπίθεση ακριβώς σε αυτό το αναπεπταμένο πεδίο, χωρίς να προσπαθήσουν να οργανώσουν νέες γραμμές ακόμα πιο πίσω στα ορεινά, και μάλιστα σε καθεστώς συντριπτικής αεροπορικής υπεροχής του αντιπάλου. Σε αυτές τις συνθήκες η επιμήκυνση (αντί για σύμπτυξη) του μετώπου ήταν δώρο για τις τουρκο-αζερικές δυνάμεις, αν συνυπολογίσουμε και την σημαντική υπεροχή τους σε υλικό και προσωπικό. Όσο πιο πλατύ το μέτωπο, τόσο πιο εύκολο να βρεθεί σημείο αδυναμίας και διάσπασης.

Η λάθος διάταξη των στρατευμάτων κορυφώθηκε με την άμυνα της Σουσά, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του θυλάκου: δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη, αφού άφησε στο βεληνεκές των όπλων του εχθρού τον (μοναδικό) δρόμο που την ένωνε με το Στεπανακέρτ από τη μία και με την Αρμενία από την άλλη (το πέρασμα του Λατσίν), καθιστώντας αδύνατη τόσο την αναπλήρωση των αμυνόμενων δυνάμεων όσο και την υποχώρησή τους. Έτσι η Σουσά έπεσε χωρίς να χρειαστεί η συνδρομή πυροβολικού, πυραύλων ή drones και πιθανότατα χωρίς καν να δοθεί μάχη, όπως είναι προφανές από το θριαμβευτικό βίντεο-κλιπ που έδωσαν στη δημοσιότητα οι Αζέροι που δείχνει την πόλη ανέπαφη.

Παρόλα αυτά, τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν πάρει κάπως διαφορετική τροπή αν ήταν άλλη όχι απλώς η διάταξη των δυνάμεων (μετόπισθεν, γραμμές άμυνας και τροφοδοσίας κτλ.) αλλά και η ίδια η προετοιμασία τους. “Οι Αρμένιοι είχαν αρκετά δυνατό πυροβολικό, επαρκή αριθμό τεθωρακισμένων, MLRS, συμβατικά συστήματα αεράμυνας. Αλλά δεν είχαν απολύτως κανέναν τρόπο να αντισταθούν στα επιθετικά και αναγνωριστικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη [UAV, δηλ. drones], τα οποία χρησιμοποίησαν κατά κόρον οι τουρκικές δυνάμεις, μαζί με loitering munitions και άλλα τεχνολογικά καλούδια. Οι Αρμένιοι δεν ήταν έτοιμοι για αυτό” κατέληξε ο πρώην υπουργός Άμυνας του Ντονέτσκ, εννοώντας ότι καίτοι πλήρως πληροφορημένοι για αυτές τις εξελίξεις, δεν είχαν πάρει τα ελάχιστα μέτρα σε επίπεδο προστασίας (καμουφλάζ, βάσεις σε ορεινό έδαφος κτλ.) που θα μπορούσαν να μειώσουν την αποτελεσματικότητά τους…

[Loitering munitions ή suicide drones είναι UAVs με μεγάλο εκρηκτικό φορτίο που λειτουργούν ως αυτοκινούμενες βόμβες, περιπολώντας σε μεγάλο ύψος πάνω από το πεδίο μέχρι να αποφασιστεί ο στόχος, συνήθως κάποιο ραντάρ, κάποια σημαντική υποδομή κ.ο.κ.].

Αν όμως τα λάθη τακτικής και στρατηγικής (αλλά και τραγικής υποτίμησης του αντιπάλου) έπαιξαν έναν αναμφισβήτητο ρόλο, υπάρχει ένας ακόμα παράγοντας που δεν ήθελε (ή δεν μπορούσε) να συνεκτιμήσει ο Στρελκόφ. Και αυτός ήταν η σαφέστατη και ντροπιαστική αχρήστευση του ρωσικού πολεμικού υλικού. Είναι ξεκάθαρο ότι τα ρωσικά οπλικά συστήματα είναι πολλές τάξεις μεγέθους μικρότερη απειλή για τα δυτικά συστήματα από όσο ισχυρίζεται η ρωσική προπαγάνδα.

Γιατί μπορεί να είναι βέβαια αλήθεια ότι το ααρμενικό υλικό ήταν γενικά περασμένης γενιάς, αλλά όμως ήταν αξιόμαχο, ενώ και από την άλλη μεριά, των Αζέρων (οι οποίοι δεν είχαν λίγα ρωσικά συστήματα στο οπλοστάσιό τους), η πλειονότητα των συστημάτων δεν ήταν δα και η τελευταία λέξη της τεχνολογίας.

Για παράδειγμα τα τούρκικα Bayraktar ΤΒ2 (ο CTO της κατασκευάστριας βιομηχανίας Baykar, Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ, είναι γαμπρός του Ερντογάν και Πόντιος από την Τραπεζούντα) είναι γενικά μιλώντας ένα πολύ φθηνό (γύρω στα 5 εκατ. δολάρια) χαμηλής τεχνολογίας UAV, χωρίς stealth ικανότητες, χαμηλής ταχύτητας, με μικρό ωφέλιμο φορτίο (150 kg ονομαστικό), χωρίς ικανότητες GPS πλοήγησης ή δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης και χωρίς δυνατότητα return home (να μπορεί δηλαδή να επιστρέφει στη βάση του αυτόματα σε περίπτωση που “τυφλωθεί” από ηλεκτρονικά αντίμετρα του εχθρού, με αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση απλώς να καταρρίπτεται).

Και όμως, οι Αρμένιοι που είχαν στα χέρια τους το Krasukha, ένα μοντέρνο Ρώσικο σύστημα αντι-UAV ηλεκτρονικού πολέμου, έριξαν μόλις 12 TB2, τη στιγμή που οι Τούρκοι εξουδετέρωσαν μέχρι και συστοιχίες S-300 πριν αυτές προλάβουν να καταλάβουν τι τις χτύπησε.

Οι Αζέροι κατέρριψαν και τουλάχιστον τρία αρμένικα Suhoi-25, ενώ ζήτησαν και συγνώμη για την κατάρριψη ενός ρώσικου ελικοπτέρου. Η αρμένικη αεροπορία δεν τόλμησε να χρησιμοποιήσει καν τα τέσσερα σαφώς πιο σύγχρονα Suhoi-30SM που έχει, φοβούμενη φυσικά ότι θα καταρριφθούν αμέσως από τα τουρκικά F-16 (τα οποία, αν και φτάνουν “μόνο” μέχρι το block 50+, ενώ η τελευταία λέξη της τεχνολογίας είναι το block 70/72 viper, πάντως κατασκευάζονται στο εργοστάσιο της ΤΑΙ στην Άγκυρα). Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει πλήρης αεροπορική υπεροχή των Αζέρων αποκλειστικά και μόνο με drones, τα οποία κατέστρεψαν κάθε αντιαεροπορική συστοιχία των Αρμενίων και πάρα πολλά πυροβόλα και τανκς.

Η αλήθεια είναι ότι οι Αζέροι, χρησιμοποιώντας τα χρήματα από το αέριο που παράγουν τα τελευταία χρόνια και το οποίο έχει αρχίσει να ρέει προς τη Δύση (και την Ελλάδα), εξοπλίστηκαν και με υψηλότερης τεχνολογίας συστήματα από το Ισραήλ. Για παράδειγμα, τη χαριστική βολή στο πέρασμα του Λατσίν που προαναφέρθηκε, την έδωσε ένα ισραηλινό LORA. Εντούτοις η πληθώρα των χτυπημάτων σε αρμενικά τανκς και αντιαεροπορικά έγινε, έστω και με τη βοήθεια υψηλότερης τεχνολογίας ισραηλινών αναγνωριστικών UAV, από χαμηλής ταχύτητας ΤΒ2 που πετούσαν σε χαμηλό υψόμετρο.

Η αδυναμία των Αρμενίων να τα αντιμετωπίσουν συστηματικά είναι καθαρά τεχνολογική, δεν έχει να κάνει με παράγοντες όπως το ηθικό, η εκπαίδευση κτλ., είναι δηλαδή αστοχία της τεχνολογίας που χρησιμοποιούσαν. Με τα λόγια του προέδρου του Αρτσάχ στις πολύ ενδιαφέρουσες δηλώσεις του στις 10 Νοεμβρίου το πρωί, “Φαίνεται ότι είχαμε καταφέρει να αμυνθούμε από τα drones για αρκετές μέρες, αλλά τις τελευταίες δύο μέρες, ο εχθρός, δεν ξέρω πώς, με νέες τεχνολογίες, νέα drones, κατάφερε να μας επιφέρει εκ νέου σημαντικές απώλειες”. Με άλλα λόγια, οι Αρμένιοι, ύστερα από σημαντικότατες απώλειες υλικού και υποδομών και στην πρώτη γραμμή και στα μετόπισθεν, απώλειες που στοίχισαν την διάρρηξη του μετώπου, βρήκαν εν τέλει γύρω στα μέσα Οκτωβρίου τρόπο να αρνηθούν πρόσβαση στα τουρκικά drones για περίπου δύο εβδομάδες (κατά πάσα πιθανότητα με χρήση των Krasukha – δεν θα μάθουμε ποτέ), αλλά ξαφνικά για άγνωστους λόγους, τα αντίμετρά τους σταμάτησαν ξαφνικά να δουλεύουν.

Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση. Στη σύγκρουση τουρκικών drones με ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα αυτό το έχουμε ξαναδεί. Τον περασμένο Ιανουάριο είχε οργανωθεί στην Μόσχα σύσκεψη για την ειρήνευση στη Λιβύη, από την οποία ο στρατάρχης Χάφταρ τα βρόντηξε και έφυγε, αρνούμενος τη ρωσική συμβιβαστική πρόταση και άρα δυσαρεστώντας τους οικοδεσπότες του. Όταν στις 17 Μαΐου ξεκίνησε, με τουρκική υποστήριξη, η αντεπίθεση των δυνάμεων της Τρίπολης, τα ρωσικά αντιαεροπορικά Pantsir των δυνάμεων του Χαφτάρ δεν λειτούργησαν και τα ΤΒ2 κατέστρεψαν τουλάχιστον έξι από αυτά (άλλη μια ταπεινωτική τεχνολογική ήττα). Όταν οι δυνάμεις της δυτικής Λιβύης έφτασαν προελαύνοντας έξω από τη Σύρτη, περιέργως πως τα Pantsir ξανάρχισαν να ρίχνουν drones. Τον λόγο δεν θα τον μάθουμε ποτέ, μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.

Ίσως οι Ρώσοι ήθελαν να ξεφορτωθούν τον ενοχλητικό Χάφταρ, χωρίς όμως να αφήσουν τον έλεγχο των πετρελαίων στον Ερντογάν, άρα απενεργοποίησαν τα Pantsir στην αρχή για να τα επανενεργοποιήσουν στη Σύρτη. Ίσως, απλώς να βελτίωσαν το λογισμικό των ραντάρ τους με αποτέλεσμα να αρχίσουν ξανά να “πιάνουν” τα drones. Και ίσως οι Τούρκοι στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ να χρησιμοποίησαν ισραηλινή τεχνολογία για να εξουδετερώσουν και πάλι τα ρωσικά αντίμετρα της αρμενικής πλευράς, κάτι που ξέρουμε ότι οι Ισραηλινοί το είχαν ήδη κάνει μια τουλάχιστον φορά στη Συρία, σύμφωνα με δημοσίευμα του TASS. Ίσως όλα τα παραπάνω, ίσως τίποτα από αυτά.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν δύο δεδομένα: πρώτον, οι Αρμένιοι έχασαν βέβαια τις αζέρικες περιοχές που είχαν καταλάβει, όμως ο aρμενικός πυρήνας του Ναγκόρνο-Καραμπάχ μένει υπό τον έλεγχό τους, αν και υπό rωσική κηδεμονία. Γιατί η Ρωσία είναι ο μεγάλος κερδισμένος για την ώρα, αφού γίνεται ξανά de facto επικυρίαρχος της περιοχής (δικά της στρατεύματα θα φυλάνε τη μεθόριο για τα επόμενα τουλάχιστον 5+5 χρόνια), διώχνοντας και την Τουρκία, η οποία (για την ώρα) δεν έχει τα κέρδη επί του πεδίου που ήλπιζε, πέρα από τη ακόμα μεγαλύτερη σύσφιξη των σχέσεων με το Αζερμπαιτζάν.

Πρόσθετο μπόνους για τους Ρώσους: η φιλοδυτική κυβέρνηση της Αρμενίας που πήρε την εξουσία πριν δύο χρόνια μέσω μιας “μίνι έγχρωμης επανάστασης”, αφού πλήρωσε τα επίχειρα της απύθμενης βλακείας της να στηριχθεί σε αόριστες δυτικές υποσχέσεις (οι οποίες προφανώς δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν, όποιες κι αν ήταν), γρήγορα θα καταρρεύσει (και οι ηγέτες της θα είναι τυχεροί αν δεν περάσουν στρατοδικείο για παντελή ανικανότητα).

Δεύτερο (και ταυτόχρονα δευτερεύον), παραμένει το γεγονός ότι την ανάκτηση του ελέγχου στο γεωστρατηγικό παιχνίδι η Ρωσία την πληρώνει με ισχυρή δυσφήμιση του δεύτερου κυριότερου εξαγωγικού της τομέα, των οπλικών συστημάτων, ενώ δεν είναι σαφές αν στον αρμενικό πληθυσμό η στάση της ουδετερότητας που κράτησε δεν θα κριθεί αρνητικά ή αν αντίθετα θεωρηθεί θετικό το γεγονός ότι η παρέμβαση της Ρωσίας άφησε στους Αρμένιους τουλάχιστον το Στεπανακέρτ, το οποίο θα είχε χαθεί μέσα σε λίγες μέρες από τη στιγμή που είχε πέσει η Σουσά. Θα δούμε.

Το ένστικτο του Ερντογάν

Υπάρχει και μια ακόμα ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια που ίσως να έχει τη σημασία της. Ο πόλεμος αυτός ήταν γρήγορος, αστραπιαίος, κάτι το οποίο το επιδίωξε προσωπικά ο Ερντογάν με διάφορους τρόπους: σαμποτάρισε κάθε προσπάθεια εκεχειρίας, ενθάρρυνε τον κληρονομικώ δικαίω πρόεδρο Αλίγεφ του Αζερμπαϊτζάν να συνεχίσει να επιτίθεται, δεν σταμάτησε να παρέχει αφειδώς πολεμικό υλικό και μισθοφόρους. Είναι πολύ πιθανό ότι για άλλη μια φορά το εκπληκτικό τακτικό ένστικτο του Ερντογάν τον δικαίωσε (αν και για μια ακόμα φορά ο στρατηγικός του στόχος, να βάλει πόδι στον Καύκασο, δεν επιτεύχθηκε). Το blitz krieg ήταν απαραίτητο για δύο λόγους: πρώτον, αν ο πόλεμος κρατούσε πιο πολύ, τότε στα ορεινά τμήματα του Ναγκόρνο Καραμπάχ θα μετατρεπόταν σε ανταρτοπόλεμο. Στα βουνά τα drones δεν θα έδιναν πλέον το ισχυρό πλεονέκτημα που δίνουν στα πεδινά, ο αμυνόμενος έχει γενικά πλεονέκτημα έναντι του επιτιθέμενου, ενώ και οι απώλειες των Αζέρων θα άρχιζαν να έχουν επίδραση πίσω στο Μπακού.

Αλλά και για έναν κάπως πιο τεχνικό λόγο. Ξέρουμε με σιγουριά ότι τα drones που καταρρίφθηκαν τις τελευταίες μέρες του Οκτωβρίου είχαν ημερομηνία παραγωγής μόλις τον Σεπτέμβριο. Αυτό σημαίνει ότι οι Τούρκοι έριχναν στη μάχη τα drones μόλις έβγαιναν από το εργοστάσιο, άρα ότι τα αποθέματα βρίσκονταν κοντά στο τέλος τους. Όμως και ο Καναδάς και η Αυστρία έχουν πλέον επιβάλλει εμπάργκο στην πώληση εξαρτημάτων (κινητήρα, κάμερα, ηλεκτρονικά κτλ.) που είναι αναγκαία για την παραγωγή των drones. Με άλλα λόγια η παραγωγική ικανότητα της Τουρκίας για τα πιο αποτελεσματικά επιθετικά όπλα αυτού του πολέμου είχε φτάσει στα όριά της.

Εάν σταματούσε η προμήθεια drones και ο πόλεμος γυρνούσε σε πιο συμβατικές μεθόδους ίσως να είχε και διαφορετική εξέλιξη. Στον πόλεμο το timing παίζει τον πρώτο ρόλο, αλλά σε αυτήν την περίπτωση είναι πολύ πιθανό οι Αρμένιοι να απείχαν λίγες εβδομάδες από μια εντελώς διαφορετική εξέλιξη.

Στο ερώτημα αυτό, αν δηλαδή το παραγωγικό δυναμικό της Τουρκίας σε drones είχε φτάσει στα όριά του, η τρέχουσα αύξηση της έντασης στη Συρία ίσως και να μας δώσει μιαν απάντηση: αν όντως ξεκινήσουν πολεμικές επιχειρήσεις στο άμεσο μέλλον εκεί, η χρήση drones θα είναι ένα κριτήριο. Ίσως όμως και όχι: η Τουρκία παλεύει να προλάβει να ενσωματώσει ουκρανικούς κινητήρες στα drones της, τώρα που οι (ανώτερων δυνατοτήτων) αυστρο-καναδικοί Rotax δεν είναι πλέον διαθέσιμοι. Θα προλάβει; Το timing παίζει πάλι τον πρώτο ρόλο…

Τα ρωσικά όπλα

Στην λογική αντίρρηση του αναγνώστη ότι το αποτέλεσμα του πολέμου δεν δείχνει κάτι για την τεχνολογική υπεροχή ή μη των ρωσικών όπλων, αφού οι Αρμένιοι χρησιμοποιούσαν προηγούμενης γενιάς οπλισμό, θα απαντήσουμε ότι η αποτελεσματικότητα ενός όπλου βρίσκεται (εκτός βέβαια από τα χέρια του στρατιώτη που το χειρίζεται) στη δυνατότητα των μετόπισθεν να προμηθεύουν αυτό το όπλο σε επαρκείς ποσότητες. Η ρωσική πολεμική βιομηχανία έχει δείξει τα τελευταία χρόνια κάποια δείγματα αδυναμίας παραγωγής σε επαρκείς αριθμούς των πιο εξελιγμένων προϊόντων της: κορυφαίο παράδειγμα το καμάρι της αεροναυπηγικής τους βιομηχανίας, το Suhoi-57 το οποίο είναι 5ης γενιάς αεροσκάφος, ανώτερο (υποτίθεται) του Αμερικανικού F-35. Όμως, από τη στιγμή που έχουν παραχθεί δύο μόνο κομμάτια όλα κι όλα, το αεροσκάφος είναι περισσότερο μια φούσκα δημοσίων σχέσεων, παρά όπλο.

Για σύγκριση, οι Κινέζοι. που άρχισαν να αναπτύσσουν το δικό τους πέμπτης γενεάς αεροσκάφος J-20 μετά τους Ρώσους, έχουν ήδη σε υπηρεσία πάνω από 100 αεροσκάφη. Επομένως έχουμε μια κατάσταση που εκεί που έχεις βεβαιωμένη παραγωγική ικανότητα (σε προηγούμενης γενιάς οπλικά συστήματα) ο εχθρός αποδεικνύεται πολύ ανώτερος, ενώ στα τελευταίας γενιάς συστήματα δεν φαίνεται να έχεις παραγωγική δυνατότητα. Οι πελάτες σου θα σκεφτούν πολύ πριν αγοράσουν, εκτός αν τους αποδείξεις στο πεδίο ότι μπορείς να αποδώσεις. Θα πρέπει επομένως να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον επίδειξη δυνατοτήτων στο πεδίο (στη Συρία;) από ρώσικα συστήματα τελευταίας γενιάς (αλλά άγνωστης παραγωγικής δυνατότητας), προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις.

Τέλος, υπάρχει κι ένα διαφορετικού τύπου ερώτημα που αναδύεται από τη συζήτηση. Θα μπορούσε η εξέλιξη στον πόλεμο να είναι εντελώς διαφορετική, αν οι Αρμένιοι είχαν ακολουθήσει διαφορετική στρατηγική; Προφανώς ναι, αλλά για τον εξωτερικό παρατηρητή που αγνοεί τις λεπτομέρειες, τα γεγονότα, τις πραγματικές δυνατότητες των αντιπάλων, το ερώτημα αυτό είναι ισοδύναμο με το “θα είχε συμβεί κάτι άλλο αν δεν είχε γίνει αυτό που τελικά έγινε;”.

Οι Αρμένιοι, τώρα που έχασαν, ίσως κάνουν την αυτοκριτική τους, αλλά για εμας τα μαθήματα που έχουμε να πάρουμε από αυτήν την ιστορία δεν μπορούν να βασίζονται σε τέτοιου τύπου ταυτολογικά ερωτήματα, αλλά μόνο στο τι τελικά έγινε και την μεγάλη εικόνα. Όχι μόνο γιατί ούτως ή άλλως η ιστορία δεν γράφεται με υποθέσεις, αλλά και γιατί κάποιες (“τεχνικές”) πλευρές της πραγματικής ιστορίας, κάποια γεγονότα που επηρέασαν την τελική εξέλιξη, δεν θα μάθουμε ποτέ πώς συνέβησαν, τι έγινε στην αλήθεια. Γιατί είναι πόλεμος· και η αλήθεια σε περίοδο πολέμου είναι σαν την βία σε ειρηνική περίοδο: την καταδικάζουν όλοι, από όπου κι αν προέρχεται.

*Δημήτρης Λένης>Είναι αστροφυσικός. Μαθαίνει ιαπωνικά. Δυσκολεύεται.

Πηγή>Kosmodromio.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: